Οι Σφακιανοί και ο Αληδάκης

Βρισκόμαστε στην άνοιξη του 1774. Ολη η πλάση είναι χαρούμενη, όμως στην επαρχία Σφακίων συμβαίνει το αντίθετο.
Εκεί επικρατεί πείνα, πόνος και ένα αβέβαιο μέλλον. Αυτή ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στην επαρχία μετά την επανάσταση του 1770.
Την περίοδο εκείνη Ρώσοι και Τούρκοι βρίσκονταν στα μαχαίρια και η Τσαρίνα -η μεγάλη Αικατερίνη- θέλησε να ξεσηκώσει τους σκλαβωμένος Ελληνες για να απασχολήσουν εκεί ισχυρές τουρκικές δυνάμεις.
Κάποια ρωσικά πλοία με εφόδια άραξαν στη Μάνη και οι Μανιάτες σήκωσαν αμέσως το μπαϊράκι.
Το μαντάτο έφθασε στα Σφακιά και με πρωτεργάτη τον Δασκαλογιάννη ξεσηκώνεται η επαρχία.
Ομως οι Σφακιανοί έμεναν μόνοι. Η επανάσταση πνίγηκε στο αίμα, η επαρχία ξεθεμελιώθηκε και ο αρχηγός παραδόθηκε για να γλυτώσει τις λίγες ψυχές που έμειναν, ενώ αυτός βρήκε τραγικό τέλος, αφού τον έγδαραν ζωντανό στο μεγάλο κάστρο.
Δεμένοι βρέθηκαν και μερικοί καπετάνιοι -πιστεύοντας την ψεύτικη αμνηστία που έδωσε ο Πασάς- και ρίχτηκαν στο φοβερό Κουλέ του Μεγάλου Κάστρου.
Εκεί υπέφεραν τα πάνδεινα και ύστερα από τρία χρόνια βασάνων κατάφεραν -όσοι επέζησαν- να αποδράσουν και ύστερα από φοβερές ταλαιπωρίες έφθασαν στα χώματά τους.
Μετά την καταστροφή αρκετοί κατάφεραν να φύγουν στα νησιά και την κυρίως Ελλάδα, ενώ άλλοι έμειναν στα Σφακιά και τους αναφέρει ένας άγνωστος ριμαδόρος, που το ποίημά του διέσωσε ο Γεώργιος Πάτερος.
Γράφει λοιπόν: «Κι οι γι’ άλλοι αποφασίσασι, κι εμείνα στσα Αμμουδάρες, στη Σβουριστή ηβγήκασι, ούλοι γυναίκες κι άντρες. Αυτός ο Βολουδόπουλος, μαζί με τον Μπουρδούνη κι αυτούνος ο Μανούσακας, τση Νίμπρος το Καντούνι.
Εκεί στη μέση, τσι κορφές εβάλθηκαν να ζιούσι κι από κει μέσα πόριζαν σα δράκοι που πεινούσαν και ζωντανούς τσ’ Αγαρηνούς, επά κι εκεί αρπούσαν».
Η πείνα είναι κακός σύμβουλος…
Γι’ αυτό λοιπόν: «Αποκρεμούνταν χαμηλά, τσ’ αγάδες ετρηγούσαν, βούγια και γιδοπρόβατα απάνω κουβαλούσαν. Απ’ όλους εκετρώνασι αυτό τον Αληδάκη, πούταν στον Αποκόρωνα ακούνιστο χαράκι».
Φοβερός γιανίτσαρος ο Αληδάκης είχε κτίσει έναν ισχυρό πύργο στον Εμπρόσνερο (δες εδώ )Αποκορώνου και είχε στην κατοχή του μεγάλες περιουσίες όχι μόνο στα ορεινά «…μιτάτα 24 έστευε στην αράδα, συγκρατηχτά που τη Γωνιά να πάει στη Λιβάδα…», αλλά και στα πεδινά ακόμα και στην περιοχή των Χανίων. Φοβερός και δυνατός γιανίτσαρος ο Αληδάκης αποφάσισε να δώσει τέλος στις ενοχλήσεις των Σφακιανών και άρχισε να συγκεντρώνει πολεμιστές και εφόδια που γέμιζαν τον πύργο του.
«Αμα τούτο έμαθον οι Σφακιανοί, δεν απώλεσαν καιρόν, αλλά συνελθόντες πάντες εν Ασκύφω, κατά την θέσιν “Αρχοντικό” απεφάσισαν να προλάβωσιν, την σκοπούμενην επιδρομήν, αυτοί πρώτοι επιτιθέμενοι», έγινε λοιπόν η συγκέντρωση, όπου ακούστηκαν διάφορες γνώμες.

Σηκώνεται λοιπόν και ο επιβλητικός Μανούσακας και τους λέει:

«Μωρέ παιδιά γροικήσετε και μένα τη βουλή μου απού σε τέτοια βάσανα άσπρισε η κεφαλή μου…».
Τους λέει λοιπόν ότι πρέπει να κινηθούν πρώτοι πριν ετοιμαστεί ο Αληδάκης γιατί αν δεν το κάνουν, τότε η δεύτερη καταστροφή της επαρχίας είναι σίγουρη αφού: «Θα κάψουν την καλύβα μας σαν την εξανακάσα κι ούλη η φτώχεια μας θα χαθεί, αν έχομε και πράμμα κι όσοι γλυτώσουν ύστερα θα μείνουν δίχως βράκα!…».
Με τον τρόπο του λοιπόν κατάφερε ο Μανούσακας να τους πείσει ότι η επιχείρηση πρέπει να γίνει αμέσως μυστικά και αστραπιαία.
Σύμφωνοι, λοιπόν, όλοι, αλλά χρειαζόταν και κάτι άλλο βασικό και αυτό ήταν η σιγουριά πως ο Θεός, η Παναγία, ο τοπικός Αγιος, θα στεκόταν δίπλα τους. Πήρε, λοιπόν, τον λόγο ο παπα – Σήφης που ήταν: «Του Καλλικράτη η πρεπιά, ξεχωριστό κεφάλι…» και τους λέει: «Απόψε είδα στον ύπνο μου τον Αγιο Νικήτα και μου ’λεγε στο Μπρόσνερο να πάμε με τη νύχτα. Κι ύστερα, πως επήγαμε κι είχα χαρές και γέλια πως είδα κι εχαλάσασι του πύργου τα θεμέλια…».
Και τώρα κάτι πρωτόγνωρο.
Είναι γνωστό ότι σε μάχες        -κυρίως αμυντικές- στις διάφορες επαναστάσεις έπαιρναν μέρος και γυναίκες.
Η επιχείρηση όμως που σχεδίαζαν οι Σφακιανοί καπετάνιοι, δεν ήταν τακτικός πόλεμος, ήταν μια επιχείρηση κομμάντος, μια καταδρομή, ένας αιφνιδιασμός με άγνωστα αποτελέσματα.
Ομως σ’ αυτή την αποστολή απαίτησαν να πάρουν μέρος και οι γυναίκες της επαρχίας.
Τα κατάφεραν και πλήρωσαν το τίμημα όπως θα δούμε. Ο κύβος ερρίφθη, άνδρες και γυναίκες έγειραν όπου μπόρεσαν, να πάρουν λίγο ύπνο και οι καπετάνιοι μαζεύτηκαν παράμερα, για να μελετήσουν πως να δράσουν. Ορισαν επίσης δύο καλούς σκοπευτές: «Ο Καραβάνος ειν’ ο γεις κι άλλος από τσοι Μπουζίδες» να πλησιάσουν προσεκτικά στον Πύργο -πριν από την επίθεση- και να περιμένουν τον αγά να βγει στο παραθύρι για να δώσει εντολές στους υποτακτικούς του. Τότε να του ρίξουν και οι δύο συγχρόνως οπότε αν τον σκότωναν, όλα θα γινόταν ευκολότερα.

«…Βαθειάν αυγή σηκώνονται, κι ούλοι μονομεργιούσι, και κάνουσι παράκληση στο δρόμο για να μπούσι. Παπάδες 14 τα ιερά ντυμένοι, διαβάζουν τη παράκληση, στα δάκρυα βουτημένοι…».
Ομως η πρώτη και κρίσιμη ενέργεια απέτυχε γιατί τα ντουφέκια των δύο σκοπευτών δεν πήραν φωτιά.
Ο αγάς έτρεξε ν’ αρματωθεί και φώναξε στους Σφακιανούς: «…Ηρθατε κερατάδες; Θα ’σα σε δείξω εγώ μωρές πως πολεμούν οι γιάντρες, που δεν το καταδέχονται να κάνουσι μποσκάδες».
(Δεν πιστεύω να περίμενε την εκ των προτέρων ενημέρωση, για την ημέρα και ώρα αφίξεώς τους!…).
«Λέει του κι ο Μανούσακας, με τη χοντρή φωνάρα και με τη ποκαμίσα του και τη πλατέ ζωνάρα. Εδά θα δεις μωρέ μπουρμπά με ποιους θα πολεμήσεις, νταγιάντισε το πόλεμο, σαν είσαι παλληκάρι κι ο δαίμονας το λόγιασε, σήμερα να σε πάρει…».
Και τα τουφέκια άρχισαν να βροντούν.
Τα πράγματα όμως ήταν δύσκολα. Οι ευρισκόμενοι στον πύργο, 150 περίπου γιανίτσαροι -εκλεκτοί πολεμιστές- έκαναν ηρωική έξοδο, με πρώτο τον ατρόμητο Αληδάκη, για να σπάσουν τον κλοιό των Σφακιανών, αλλά δεν τα κατάφεραν.
Εμειναν αμυνόμενοι στον Πύργο και έπεσαν παλληκαρίσια, μαζί με τον αρχηγό τους.
Στις απώλειες των ημετέρων ο Παπαδοπετράκης αναφέρει 18 άνδρες και 2 κόρες. Ας δούμε όμως μερικούς από τους δικούς μας νεκρούς.
«…Μα κλαίουσι κι οι Σφακιανοί καμπόσους αντρειωμένους, λιοντάρια στην παλληκαριά, στον πόλεμο αξιωμένους. Κλαίσι τον Μπουζο-Θόδωρο, που ’χε μεγάλο νάμι, και τον Φλε – Φλε το Σταυρικό και τον Πατερογιάννη. Τον Κανακο-γερώνυμο, απούταν αντρειωμένος κι ήτο και υιός, μοναχογιός, περίσσεια χαϊδεμένος».
Ακολουθούν τα ονόματα του Σκορδυλά Αντρουλή, ΣπαντιδοΚωσταντή, παπα – Βαρδή, παπα – Χιωτη…
Και οι γυναίκες που κατέβηκαν στον Μπρόσνερο έκαναν μήπως χάζι αυτούς που πολεμούσαν; Όχι βέβαια…
«…Κλαίσι τη Μπουρπαχο-Κατσουλή, με τη μακρέ πλεξούδα απού πολέμ’ αντρείστικα κι ας ήτο κοπελούδα. Κλαίσι και τη Σγουραφελλιά, που κανε τα λαγούμια και έκανε τα παιδιά ορφανά, χηράδες τα χανούμια…».
Δεν κατέβηκαν λοιπόν άδικα οι γυναίκες των Σφακίων, αλλά πολέμησαν ισάξια με τους άντρες.
Ερημος τώρα ο πύργος του Αληδάκη, έρημος, αλλά γεμάτος εφόδια κ.λπ. που έπρεπε να μεταφερθούν στ’ Ασκύφου για να γίνει η μοιρασιά.
«Περίσσια κουραστήκασι, δύο μέρες να τον γδύσουν κι ό,τι κι αν εσηκώνετο, πράμμα να μην αφήσουν. Μαύρο είτανε το αμμάτι των κι ό,τι ήβρισκαν το παίρναν, τον Πύργο αν εσηκώνετο στ’ Ασκύφου τον εφέρναν!…».
Εκεί μοιράστηκαν τα λάφυρα, με τους καπετάνιους και τις οικογένειες των σκοτωμένων, να παίρνουν διπλή μερίδα.
Το επίσημο κράτος δεν έκανε καμιά στρατιωτική κίνηση, να εκδικηθεί το χάλασμα του Αληδάκη.
Ομως δόθηκε το ελεύθερο, σε Τούρκους και Χριστιανούς να σκοτώνουν κάθε Σφακιανό που θα πλησίαζε στην περιοχή τους.

«…Ηνείχοντο να φονεύονται ούτοι, ατιμωρητί, ως διαρκείς δήθεν αντάρται, πανταχού όπου αν έξω των Σφακίων, παρετύγχανον…».
Μπορούμε να φανταστούμε, κάτω από ποιο κλίμα τρομοκρατίας ζούσαν τότε οι Σφακιανοί.
Μαντρωμένοι λοιπόν από ξηράς, η μόνη διέξοδος που είχαν ήταν η θάλασσα.
Ετσι, κατάφεραν, σιγά – σιγά, να επιδίδονται στην εμπορική ναυτιλία με ορμητήριο το λιμάνι του Λουτρού.
Με εξυπνάδα και καπατσοσύνη άρχισαν να προκόβουν στο εμπόριο και τις μεταφορές, φέρνοντας χρήμα και εφόδια στην επαρχία.
Μερικοί πονηροί, για να μπορούν να κινούνται ελεύθερα, έβαζαν μετόχους στα καράβια τους, ντόπιους αγάδες, οι οποίοι “λάδωναν” τις τουρκικές αρχές για να κάνουν στραβά μάτια, σε διάφορες παρανομίες.
Ετσι δυνάμωναν, σιγά – σιγά, τα Σφακιά, για να βρεθούν πάλι, έτοιμα να ξεσηκωθούν, στη μεγάλη επανάσταση του 1821.

ΜΙΝΩΣ ΣΟΦΟΥΛΗΣ

 





Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.