Ημερίδα για τον Γιώργο Κοτζιούλα και το συγγραφικό του έργο

Ημερίδα για τον Γιώργο Κοτζιούλα και το συγγραφικό του έργο διοργανώνει το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, η Περιφερειακή Ενότητα Χανίων με τη συνδρομή του Συλλόγου Ηπειρωτών Νομού Χανίων

           Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018 ( 9.00 – 13.30  και  19.00 – 20.00 )

 Το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας και η Περιφερειακή Ενότητα Χανίων, θέλοντας να τιμήσουν τη μνήμη του συγγραφέα και ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα, οργανώνουν, με τη συνδρομή του Συλλόγου Ηπειρωτών Νομού Χανίων, στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων, τη Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018, τις ώρες 9.00 – 13.30 και 17.00 – 20.00, ημερίδα με θέμα : Ο Γιώργος Κοτζιούλας και το συγγραφικό του έργο.

 

Εισηγητές θα είναι οι :

 

  1. Γιάννης Δάλλας, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων,

ακαδημαϊκός

  1. Νάσος Βαγενάς, ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ
  2. Σταμάτης Φιλιππίδης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης
  3. Μιχαήλ Πασχάλης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης
  4. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ
  5. Γιώργος Μαργαρίτης, καθηγητής του ΑΠΘ
  6. Νίκος Σαραντάκος, μεταφραστής
  7. Γιάννης Δημητρακάκης, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης
  8. Κώστας Μουτζούρης, DEA Φιλολογίας
  9. Πόπη Κωτσάκη, DEA Φιλολογίας
  10. Κώστας Κοτζιούλας, φιλόλογος
  11. Έφη Μπουκουβάλα, φιλόλογος, ψυχολόγος

 

Βιογραφικό

Ο Γιώργος Κοτζιούλας γεννήθηκε στην Πλατανούσα Αγνάντων, στα Τζουμέρκα της Ηπείρου το 1909. Αποφοίτησε από το σχολαρχείο Καλεντζίου και στη συνέχεια από το γυμνάσιο Άρτας. Το 1927 ήρθε πάμπτωχος στην Αθήνα, σπούδασε στη Φιλοσοφική, εργάστηκε ως διορθωτής, μεταφραστής και συντάκτης σε περιοδικά.

Σαν ήρθε στην “καταραμένη Αθήνα’, όπως την ονόμαζε, τα ‘χασε. Γνώρισε την πείνα, δούλεψε σαν γκαρσόνι και ίσως και λούστρος. Την επιβίωση στην αφιλόξενη πολιτεία δεν τη γύρεψε από τους πλούσιους – ήξερε πως αυτοί έχουνε πορτοφόλι, μα όχι και καρδιά. Ο Κοτζιούλας – βγάζοντας ίσα ίσα το ψωμί του – ζούσε κάνοντας διορθώσεις σε περιοδικά κι εφημερίδες. Γράφτηκε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και εντυπωσίασε τους καθηγητές του με τις γνώσεις του για την αρχαία ελληνική γλώσσα και τα λατινικά. Μονάχος του, από μια μέθοδο, έμαθε καλά τα γαλλικά. Οι ταλαιπωρίες που είχε περάσει τον έκαναν φθισικό. Τον πήγαν σε σανατόριο στην Πεντέλη. (αναμνήσεις φίλου του)

Το ένα του παπούτσι ήταν σχισμένο και φαινόταν καθαρά από μέσα το πόδι του. Με κατάπληξη άκουσα την απάντηση πως δεν ήθελε θέση, για να μη θάψει το ταλέντο του σ’ ένα γραφείο και ότι προτιμούσε να παλέψει σκληρά, αλλά να ‘χει καιρό ελεύθερο να γράφει ποιήματα… Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι κάθε βράδυ έτρωγε μόνο ένα μαρούλι και κοιμόταν μια χαρά. (αναμνήσεις Δ. Φωτιάδη).

Στην κατοχή επέστρεψε στο χωριό του και πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Οργάνωσε το καλλιτεχνικό τμήμα της 8ης Μεραρχίας ΕΛΑΣ Ηπείρου, συγκρότησε τον θίασο Λαϊκή Σκηνή και περιόδευσε στα χωριά.

«Με παρακινούσε κι αυτός να συνεχίσω. Αλλά πιο επίμονος ήταν ένας άλλος, περαστικός από κει, φιλοξενούμενός μας. Λεγόταν Δημήτρης Καλλιτέχνης. Το δεύτερο ήταν ψευδώνυμό του. Αυτός περιόδευε μαζί με ένα συνεργείο φωτογράφων τα τμήματά μας κι έβγαζαν αράδα φωτογραφίες με κάτι ειδικές μηχανές. Συγκέντρωναν αυθεντικές μαρτυρίες για τις μέλλουσες γενιές. Τον θυμάμαι να μου λέει: Από σένα απαιτώ να μην αφήσεις το θέατρο. Δεν ξέρω τι άλλα κάνεις, αλλά έχουμε ανάγκη από Θέατρο. Είδες πόσο τους αρέσει, πόσο σε χειροκρότησαν προχτές; Εγώ προκάλεσα το ανέβασμά σου στη σκηνή. Ήθελα να σε δέσω. Τους άκουσες. Τους είδες. Τώρα έδεσες συμβόλαιο μαζί τους. Έτσι δεν είναι; Θα γράφω. Υποσχέθηκα και στρώθηκα στο γράψιμο… Γύριζαν από τις μάχες οι αντάρτες και ρωτούσανε: Θάχουμε τίποτε την Κυριακή; Θα ‘πρεπε νάσαι αναίσθητος για να μην τους ετοιμάσεις κάτι. Αυτοί ξεθεώνονταν στις πορείες, φύλαγαν σκοπιές σε μέρη άγρια, μάζευαν ξύλα, παιδευόντουσαν. Για φαγητό είχανε κουρκούτι και γυφτοφάσουλα. Μα δεν τους άκουγες να μουρμουρίζουν. Ήταν πάντα έτοιμοι να τρέξουν για τη μάχη, μην ξέροντας αν θα γυρνούσαν ζωντανοί. Μπορούσες λοιπόν να μη χρωστάς σε τέτοια αυτοθυσία»; (Απόσπασμα από το βιβλίο του «Θέατρο στα βουνά».

Το 1945 γύρισε στην Αθήνα. Ταλαιπωρήθηκε στα αστυνομικά κρατητήρια. Παντρεύτηκε το 1950, έκανε ένα γιο. Η υγεία του ήταν πάντοτε κακή. Πέθανε το 1956 από καρδιακή προσβολή. Άφησε πίσω του πλούσιο μεταφραστικό έργο από τα αρχαία ελληνικά, τα λατινικά και τα γαλλικά. Το συγγραφικό του έργο συγκεντρώθηκε μετά το θάνατό του σε τρεις τόμους με τη βοήθεια φίλων του. Ανεξάρτητα κυκλοφορούν οι αναμνήσεις του «Θέατρο στα βουνά» και «Όταν ήμουν με τον Άρη».





Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.