16 Φεβρουαρίου 1964: Ο εκλογικός θρίαμβος του Γ. Παπανδρέου με 53%

Στις 16 Φεβρουαρίου 1964 η ‘Ένωση Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου βάδισε πρός ένα θρυλικό εκλογικό θρίαμβο επί της ΕΡΕ με το ανεπανάληπτο 53%. Ο λαϊκός θρίαμβος και μια ολόκληρη εποχή αισιοδοξίας δεν έμελλε να κρατήσει για πολύ μιας και τα γεγονότα της αποστασίας οδήγησαν στην πολιτική ανωμαλία στρώνοντας το χαλί στην χούντα.

Ο Γιώργος Ψαρόπουλος έγραψε ένα συγκλονιστικό κείμενο – μαρτυρία για εκείνες τις μέρες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιο προοδευτικούς δρόμους για την ελληνική κοινωνία περιγράφοντας γλαφυρά τα γεγονότα, τα πρόσωπα, την ψυχολογία του λαού στους δρόμους.

Βγαίνοντας από το Μουσείο της πόλεως των Αθηνών, εκεί στην οδό Παπαρρηγοπούλου στην πλατεία Κλαύθμωνος, αφού είχα τελειώσει μια συνάντηση με τον φίλο μου, πρόεδρο του Μουσείου, κύριο Αντώνιο Βογιατζή, περπατώ έτσι μηχανικά προς την οδό Σταδίου και βρίσκομαι στον σηματοδότη μπροστά από το μαγαζί του Στρογγυλλού «ανδρικά ενδύματα» κι αυτό –αλίμονο– είναι κλειστό! Έτσι ασυναίσθητα σηκώνω το βλέμμα μου προς τα επάνω και «σαρώνω» με τα μάτια μου τα απέναντι κτίρια. «Βλέπω» το βιβλιοπωλείο του Κάουφμαν, «βλέπω» στη γωνία της στοάς τα ηλεκτρικά του Ζωγράφου – Κάζου, «βλέπω» το σινεμά Άστορ και φτάνοντας μέχρι τη γωνία της Κοραή βλέπω το ανθοπωλείο του Βιντζηλαίου.

Όμως διακόπτω το σάρωμα διότι κάποιος με λαϊκή φωνή φώναξε «πάμε». Ξύπνησα και πέρασα τη διάβαση για να βρεθώ στο απέναντι πεζοδρόμιο ΑΚΡΟΝ – ΙΛΙΟΝ – ΚΡΥΣΤΑΛ που είναι και αυτό κλειστό! Όμως δεν ήθελα να χάσω το όνειρο!

Γράφει ο Γιώργος Ψαρρόπουλος

Μπήκα στη στοά της ΔΕΗ που τώρα είναι πολλά καφέ και παρήγγειλα ένα καφεδάκι, άφησα στο τραπέζι ένα χαρτονόμισμα των 10 ευρώ, το σκέπασα με το τασάκι για να μην το πάρει ο αέρας, έκλεισα τα μάτια μου και άρχισα να ονειρεύομαι!

Για φαντάσου! 50 χρόνια!

50 χρόνια; Μα πώς πέρασαν; Κι όμως. Ακόμα έχω στα αφτιά μου τις φωνές του κόσμου.

ΈΝΑ – ΈΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ, ΈΝΑ – ΈΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ.

Δημοκρατία – Δημοκρατία.

Παπανδρέου – Παπανδρέου.

Δεν περνά ο φασισμός.

Για σκέψου!

Αρχίζω να προσπαθώ να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου. 16 Φεβρουαρίου!

Μα ναι. 16 Φεβρουαρίου του 1964 είχαμε εκλογές. Είχε κερδίσει ο Γεώργιος Παπανδρέου, είχε νικήσει η Ένωση Κέντρου με το συντριπτικό ρεκόρ ψήφων 53%. Για σκέψου! Έγινε κυβέρνηση! Αλλά φευ! Στις 15 Ιουλίου του 1965 τα ανάκτορα με βασιλιά τον Κωνσταντίνο την έριξαν. Όμως, για να λέμε την αλήθεια, ο Γεώργιος Παπανδρέου είχε αρχίσει να πέφτει από το 1964 καλοκαίρι, μόλις γύρισε από την Αμερική, που τόλμησε να υψώσει το ανάστημά του στον Τζόνσον όταν του είπε το περίφημο «θα εισέλθομε» απαντώντας ότι «αν ανοίξει η πόρτα του φρενοκομείου» που εννοούσε ο Τζόνσον πόλεμο Ελλάδος – Τουρκίας.

Μα καλά, εσύ ποιος είσαι, κύριε Γεώργιε Παπανδρέου, ηγέτη μιας μικρής χώρας, που τολμάς να σηκώσεις το ανάστημά σου στην Αμερική και τον πρόεδρό της;

ΤΕΜΑΧΙΣΤΕ ΤΟΝ. Αυτή είναι η εντολή του Τζόνσον και οι υπηρεσίες άλλο που δεν ήθελαν να αρχίσουν τη δουλειά τους. Έτσι, λοιπόν, μέσα σε ένα χρόνο ο Παπανδρέου επαύθη. Ήταν 15 Ιουλίου του 1965.

Όμως το καζάνι βράζει. Ο κόσμος δεν μπορεί να το χωνέψει. Κάθε βράδυ, μα κάθε βράδυ Ιούλιο – Αύγουστο – Σεπτέμβριο του ’65 υπάρχουν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Αλλά και μετά, οι συγκεντρώσεις γίνονται σε νοικιασμένα σινεμά, θέατρα κτλ.

Η ΙΔΕΑ

Έτσι βλέποντας ο «Γέρος», έτσι τον λέγαμε εμείς οι δικοί του τον Γεώργιο Παπανδρέου, ρίχνει την ιδέα να γίνει ανοιχτή συγκέντρωση για την επέτειο της νίκης της Ενώσεως Κέντρου και για το 53%. Την ιδέα του «Γέρου» την επεξεργάζονται τα πρωτοκλασάτα ονόματα της Ενώσεως Κέντρου και σιγά-σιγά αρχίζει η μουρμούρα:

-Μα καλά, συγκέντρωση μέσα στον Φεβρουάριο;

-Κι αν βρέξει; Κι αν κάνει κρύο;

-Πώς θα έρθει ο κόσμος;

-Να κάνουμε συγκέντρωση και να γίνει φιάσκο;

-Να εισηγηθούμε τη ματαίωση στον Γέρο.

-Και ποιος θα μας δώσει άδεια για τη συγκέντρωση; Ο Αρχοντουλάκης; (αρχηγός της Αστυνομίας των αποστατών) ή ο Αποστολάκος ο μπερτόδουλος (υπουργός Δημοσίας Τάξεως);

-Μα τι λέτε, ρε παιδιά;

Όμως όλοι αυτοί «οι δημογέροντες» της Ενώσεως Κέντρου δεν έχουν λάβει υπ’ όψιν τους μία παράμετρο, τη Νεολαία της ΕΔΗΝ, και ξεχνούσαν ότι ο πρόεδρος της Νεολαίας ήταν «ο Γέρος». Δηλαδή ο πιο μικρός, όπως έλεγε ο ίδιος γελώντας στα εγκαίνια της ΕΔΗΝ, στην οδό Ομήρου και Ακαδημίας, στις 3 Μαρτίου 1965.

Έτσι «ο κύβος ερρίφθη» και άρχισε η Νεολαία να ανασκουμπώνεται. Να βρούμε τον Χρήστο Αξαρλή εκεί στην οδό Ακαδημίας που ήταν αντιπρόσωπος της Pioneer για τα μεγάφωνα, τα μικρόφωνα, τις κόρνες, τα καλώδια και να πάρουμε άδεια από τον Δήμο, που δήμαρχος ήταν ο Πλυτάς, και τη ΔΕΗ, για να βάλουμε τις κόρνες στις κολόνες, όχι μόνο στην πλατεία Κλαυθμώνος και την οδό Σταδίου, δηλαδή από το Σύνταγμα μέχρι την Ομόνοια, αλλά και στην οδό Πανεπιστημίου και τους κάθετους δρόμους. Να συνεννοηθούμε με το ξενοδοχείο που ήταν στη γωνία Κοραή και Σταδίου, για να βάλουμε τα μικρόφωνα και τα διάφορα μηχανήματα, ποια δωμάτια θα μας δώσουν, πώς θα επικοινωνούμε με τον Γέρο που έπρεπε να ήταν στο ξενοδοχείο από τη 1 το μεσημέρι στον 2ο όροφο του ξενοδοχείου ακριβώς πάνω από το μπαλκόνι που θα μιλούσε, ώστε να έχουμε ενδοεπικοινωνία και όλα αυτά τα τεχνικά θέματα.

ΤΑ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ

Αυτά, ως «αρμόδιος» τόσα χρόνια πια, είχα επιφορτιστεί εγώ και δεδομένου ότι είμαι και «ψείρα» που θα λέγαμε σήμερα, έτρεχα και δεν έφτανα που λένε. Όμως δεν ήταν μόνο αυτές οι δουλειές, ήταν και τα συνθήματα.

Έπρεπε πριν από τον Γέρο να πούμε τα συνθήματα για να προετοιμάσουμε τον κόσμο. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι, διότι έπρεπε να έχω συνεχή συνεργασία με τον Γέρο για τα κείμενα, δεδομένου ότι εγώ ήμουν ο επίσημος εκφωνητής της Ενώσεως Κέντρου και ο προσωπικός εκφωνητής του Γεωργίου Παπανδρέου από το 1961 και μετά, σε όλες τις συγκεντρώσεις σε όλη την Ελλάδα.

Ξέρετε, τα συνθήματα πρέπει να είναι μικρά – μικρά, «εύπεπτα» και «εύηχα».

Δηλαδή το ΕΝΑ – ΕΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ δεν μπορούσαν να το πουν εκατόν δέκα τέσσερα διότι χανότανε. Όμως ΕΝΑ – ΕΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ καιγότανε ο τόπος!

Σ’ αυτά ήταν ο καλύτερος μάστορας ο Γέρος.

Δεδομένου ότι η συγκέντρωση ήταν απαγορευμένη τυπικώς από την κυβέρνηση Στεφανόπουλου, την ευθύνη την είχε ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας (ο οποίος δεν κάπνιζε, αλλά κρατούσε στο χέρι του ένα τσιγάρο και όσοι δεν ήξεραν, του πρόσφεραν φωτιά αλλά αυτός δεν άναβε). Έπρεπε, λοιπόν, τα συνθήματα να μην ακουμπάνε τα ανάκτορα ή τον βασιλιά, μήπως τυχόν τεθεί λόγω συνθημάτων, ΚΑΘΕΣΤΩΤΙΚΟ.

Κι όμως, όπου μπορούσα εγώ την «κουτσουκέλα» μου την έκανα ή έκανα και του κεφαλιού μου, δηλαδή για παράδειγμα έλεγα ένα σύνθημα:

Δημοκρατικέ λαέ των Αθηνών. Αυτή την εποχή η τύχη της Ελλάδος παίζεται κορόνα-γράμματα. Αυτή τη φορά, όμως, κερδίζουν τα γράμματα, Γεώργιος Παπανδρέου.

Όμως, είχα εναλλακτική λύση, διότι τότε δεν υπήρχαν φορητά μαγνητόφωνα ή κινητά τηλέφωνα ή βίντεο, και ενώ τα χαρτιά μου έγραφαν, κερδίζουν τα γράμματα ή παιδεία που ήταν ανεύθυνη η φράση, ενώ προφορικά κέρδιζε ο Γεώργιος Παπανδρέου.

ΕΝΑ – ΕΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ

16 Φεβρουαρίου μα τόσος κόσμος;

Ένα εκατομμύριο έγραφαν οι εφημερίδες οι προσκείμενες στον Γέρο, πεντακόσιες χιλιάδες οι αντίπαλοι. Ας πάμε στη μέση, επτακόσιες πενήντα χιλιάδες κόσμου για μια επέτειο. Κι όμως, έτσι είναι. Τώρα που το σκέφτομαι τρομάζω.

Γιατί; Διότι είχα άγνοια κινδύνου όταν βγήκα στο μπαλκόνι πάνω από τον Βιντζηλαίο και άρχισα: «ΕΝΑ – ΕΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ».

Οι ιαχές με πήραν μαζί τους σε ένα ταξίδι, αφού μέχρι σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο, όχι διότι μίλησα τότε, αλλά διότι δεν κόμπιασα, δεν έκανα κανένα «σαρδάμ» και έζησα αυτό που σήμερα είμαι ο μόνος εν ζωή που το είδα, το έζησα, το ένιωσα και το θυμάμαι τόσο έντονα.

Γιατί τα λέω αυτά;

Ξέρετε, τότε είχα βγάλει ένα σύνθημα με το οποίο ήθελα να σκώψω και να λοιδορήσω τον Ηλία Τσιριμώκο που από αετός της Ρούμελης έγινε λακές των ανακτόρων. Έψαχνα, λοιπόν, να συμπεριλάβω όλη την ιστορία του σε μόνο μία λέξη και το πέτυχα. Την έγραψα τη λέξη, προπονήθηκα και πήγα στον Γέρο για να πω το σύνθημα:

-Κύριε πρόεδρε, ακούστε με, σας παρακαλώ!

-Τι είναι, παιδί μου;

-Ένα σύνθημα για τον Τσιριμώκο. Ακούστε. Και αρχίζω:

Πώς θα λύσει το Κυπριακό ο ΕΑΜΟΒΑΣΙΛΙΚΟΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΦΑΣΙΣΤΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΗΣ Ηλίας Τσιριμώκος αφού στηρίζεται σε ψήφους δύο Τούρκων βουλευτών της ΕΡΕ;

Ο Γέρος ανθυπομειδίασε και μου είπε:

-Αν κάνεις μια φορά λάθος στην εκφώνηση, βάλε ταφόπλακα στο όνομά σου,

Έλα, όμως, που έχουν περάσει 50 χρόνια και όσοι φίλοι με γνωρίζουν, ξέρουν ότι δεν έχω κάνει ποτέ λάθος.

Όμως, πολλά είπαμε για μένα. Ας πούμε και κάτι άλλο:

Μέσα στο δωμάτιο, εκεί στον καναπέ είχαν καθίσει όπως σας είπα ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Σάββας Παπαπολίτης και ο Παυσανίας Κατσώτας. Και, βέβαια, όπως ήταν γνωστό, ο Παπαπολίτης έπασχε από υπνηλία. Με το που κάθισε τον πήρε ο ύπνος και οι υπόλοιποι τον βλέπαμε χαμογελώντας.

Αλλά όταν βγήκα στο μπαλκόνι για να αρχίσω την εκφώνηση των συνθημάτων καρφί απέναντί μας είναι το υπουργείο Ναυτικών και τι βλέπω: ναύτες με κράνη πρηνηδόν με πολυβόλα στερεωμένα σε τρίποδα.

Η σκέψη μου ήταν: Θα φάνε τον Γέρο; Θα φάνε εμένα;

Η σκέψη έφυγε αμέσως μόλις τα μάτια μου πήγαν δεξιά και αριστερά και είδα τον κόσμο, που μου έδωσε τη δύναμη να ξεκινήσω.

ΕΝΑ – ΕΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ

Θάρρος; Όχι, θράσος!

Αλλά το θράσος μου είχε και συνέχεια. Όταν ήρθε η ώρα να κατέβει ο Γέρος για να μιλήσει, άνοιξε η δίφυλλη πόρτα και αμέσως όλοι όρθιοι.

Εγώ βρίσκομαι στο μπαλκόνι. Με σκουντάει ο Ανδρέας, γυρίζω και βλέπω τον Γέρο.

-Να το θράσος τώρα, με τεντωμένη την παλάμη μου του κάνω νόημα, περιμένετε κ. Πρόεδρε, και αρχίζω:

«Δημοκρατικέ λαέ των Αθηνών,

Δημοκρατικέ λαέ της Ελλάδος,

εντός ολίγου θα τον δείτε.

Θα τον ακούσετε.

Θα σας μιλήσει.

Ο Γέρο-Όλυμπος.

Ο Αγνός, Λευκός και Τίμιος Αγωνιστής της Δημοκρατίας.

Ο Νόμιμος Πρωθυπουργός της Χώρας.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου».

Ο Γέρος χαμογελά. Γυρίζω τον φιλώ και τότε βγαίνει στο μπαλκόνι. Σηκώνει το δεξί χέρι, ο κόσμος από κάτω φωνάζει: ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ – ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ.

Σηκώνει το άλλο χέρι, ο κόσμος φωνάζει: ΕΝΑ – ΕΝΑ – ΤΕΣΣΕΡΑ, ΕΝΑ – ΕΝΑ- ΤΕΣΣΕΡΑ.

Ο Γέρος προσπαθεί να τους κατευνάσει, ο κόσμος φωνάζει Δημοκρατία – Δημοκρατία και κάποια στιγμή που ο κόσμος παίρνει αναπνοή, ακούγεται η φωνή του Γέρου:

«Λαέ των Αθηνών,

Η αποψινή μεγαλειώδης συγκέντρωσή σου δεν είναι συγκέντρωση. Είναι σεισμός και από τον σεισμό τα ετοιμόρροπα θα καταρρεύσουν…

Γεώργιε Παπανδρέου οι στρατιώτες σου, όσοι βρίσκονται εν ζωή σε θυμούνται και δεν ξεχνούν την παρακαταθήκη σου.

«…εφόσον υπάρχουν άνθρωποι που στερούνται άρτου, στέγης και ιατρού ουδείς δικαιούται να είναι πλούσιος».

ΚΑΙ ΤΩΡΑ, ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ, ΔΙΑΛΥΘΕΙΤΕ ΗΣΥΧΩΣ.

ΕΓΙΝΕ Η ΝΥΧΤΑ ΜΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΡΙΑ: «ΑΝΑΣΤΑΣΗ – ΑΝΑΣΤΑΣΗ!»

Και άλλη μια αποκοτιά που έκανα την ημέρα της συγκέντρωσης ήταν η εξής: Με απόφαση του Γέρου και της επιτροπής για τη συγκέντρωση είχε αποφασιστεί να μην ανάψει κανένα κερί στη συγκέντρωση για τον φόβο πυρκαγιάς και ρίξουν την ευθύνη στον Γέρο οι προβοκάτορες.

Έλα, όμως, που κάποια στιγμή που βρίσκομαι στο μπαλκόνι πάνω από το ανθοπωλείο του Βιντζηλαίου και λέω τα συνθήματα, βλέπω εκεί στο ύψος του Ορφέα έναν αθλητή που κρατάει μια δάδα αναμμένη ερχόμενος προς την Πλατεία Κλαύθμωνος. Αυτό ήταν!

«Δημοκρατικέ λαέ των Αθηνών,

Αυτή την στιγμή έρχεται αθλητής κομίζων

την ιεράν Φλόγα του Μεσολογγίου ίαν την δώσει

Στον μεγάλο μας αρχηγό

Τον Γέρο Όλυμπο

Τον νόμιμο πρωθυπουργό της Χώρας

Τον Γεώργιο Παπανδρέου.

ΔΕΥΤΕ ΛΑΒΕΤΕ ΦΩΣ».

Μα πού βρέθηκαν τόσα κεριά και άναψαν μονομιάς; Έγινε η νύχτα μέρα!

Όμως ο Γέρος τα βλέπει από πάνω και με ειδοποιεί οργισμένος:

-Πες, παιδί μου, να σβήσουν τα κεριά!

-Μάλιστα, κύριε Πρόεδρε, του λέγω,

-Παρακαλείστε να σβήσετε τα κεριά, υπάρχει κίνδυνος πυρκαγιάς,

Καλά, ποιος με άκουσε!

Όλοι ανεβοκατεβάζουν τα χέρια τους με τα κεριά και φωνάζουν ρυθμικά: ΑΝΑΣΤΑΣΗ – ΑΝΑΣΤΑΣΗ.

Όμως στο δωμάτιο όπου είχα εγκαταστήσει τον Χρήστο Αξαρλή, ο οποίος είχε βάλει μηχανήματα και στο μπάνιο, υπήρχε και ένας καναπές. Για να μην μπει κανένας μέσα στο δωμάτιο έπρεπε να σε αφήσουν να περάσεις δύο ΕΔΗΝίτες. Το δωμάτιο είχε μια μικρή δίφυλλη πόρτα. Άνοιγαν την πόρτα οι ΕΔΗΝίτες και ρώταγαν: είναι ο/η κ. τάδε, να μπει;

Βέβαια η απάντηση του Αξαρλή ήταν αρνητική, διότι υπήρχαν πολλά καλώδια χύμα κάτω στο πάτωμα και φοβόταν ο άνθρωπος μήπως βγει καμιά πρίζα και χαλάσει η συγκέντρωση.

Όμως, ποιος θα πει «όχι» στον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Σάββα Παπαπολίτη και στον Κατσώτα.

Κάθονταν, λοιπόν, και οι τρεις στον καναπέ και περιμένουν να έρθει η ώρα που ο Γέρος θα κατέβει από επάνω για να μιλήσει. Βέβαια κανείς δεν ξέρει τι θα πει, διότι τους λόγους του ο Γέρος τους έγραφε μόνος του, όχι όπως σήμερα!

Και για να είμαι ακριβής, ο Γέρος δεν έγραφε τους λόγους του, έγραφε επικεφαλίδες και εκεί επάνω «κεντούσε». Τις επικεφαλίδες τις έδινε στον Νίκο Αλεξίου που ήταν επί του Τύπου του Γέρου και όταν άρχιζε ο Γέρος την ομιλία του ήταν πάντοτε γονατιστός πίσω του μήπως τυχόν χρειαστεί τίποτα ο Γέρος ή μήπως ξεχάσει κάτι. Όμως αυτό δεν έγινε ποτέ.

Αφού και τότε στο παροιμιώδες «Λαέ της Λάρισας» ενώ ήταν στον Βόλο, το μπάλωσε ο ίδιος με καταπληκτικό τρόπο λέγοντας το αμίμητο «Λαέ της Λάρισας (ενώ ήταν στον Βόλο), έλα να δεις τον λαό του Βόλου που σε ξεπέρασε σε πάθος και σε πλήθος…».

 

ΠΗΓΗ : tokarfi.gr





Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.