Το έτος 1195 ο αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντινής), Ισαάκιος Β’ Άγγελος, εκθρονίζεται από τον αδελφό του, που στέφεται αυτοκράτορας ως Αλέξιος Γ’. Ο Ισαάκιος τυφλώνεται και φυλακίζεται, μαζί με τον γιό του που λεγόταν κι αυτός Αλέξιος.
Εν τω μεταξύ στη Ρώμη ο πάπας Ιννοκέντιος Γ’ υποκινεί νέα σταυροφορία, την τέταρτη, η οποία έμελε να είναι μοιραία για την αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης. Οι κυριότεροι αρχηγοί της Σταυροφορίας ήταν ο μαρκήσιος Βονιφάτιος ο Μομφερατικός (Μομφεράτου), ο κόμης Βαλδουίνος της Φλάνδρας και ο δόγης της Βενετίας Ερρίκος Δάνδολος, ένας δαιμόνιος γέροντας που παρά την ηλικία του διατηρούσε πλήρως τις νοητικές του δυνάμεις.
Στην Κων/λη ο νεαρός Αλέξιος κατορθώνει να αποδράσει. Μεταβαίνει στη Δύση. Επισκέπτεται το θείο του, το Γερμανό βασιλιά Φίλιππο και τον πάπα. Ζητά βέβαια τη στήριξή τους, προκειμένου να επανέλθει στον θρόνο. Ο πάπας τον παραπέμπει στους σταυροφόρους.
Το Μάρτιο του 1203 οι Σταυροφόροι βρίσκονται στην Κέρκυρα. Έχουν καταλάβει την πόλη Ζάρα (βρίσκεται στην σημερινή Κροατία), που ήταν ανταγωνίστρια των Βενετών. Ο Δάνδολος εν ονόματι της Σταυροφορίας φροντίζει να εξοντώσει όσους ανταγωνιστές της Γαληνοτάτης μπορεί.
Στην Κέρκυρα, λοιπόν, προσέρχεται ο Αλέξιος και προσφέρει στους σταυροφόρους τα πάντα «το χαλίφρον και αδαές μειράκιον) 1* κατά τον σύγχρονό του ιστορικό Μιχαήλ Χωνιάτη, υποσχέθηκε στους σταυροφόρους τα εξής:
- Άμεση καταβολή 200.000 μάρκων δηλ. 15.000.000 χρυσών φράγκων, ποσό υπέρογκο για την εποχή.
- Συντήρηση επί ενός έτους μισθοφορικού στρατεύματος 10.000 ανδρών.
- Προσωπική συμμετοχή στη σταυροφορία.
- Υποταγή της εκκλησίας της Κων/λης στον πάπα.
Αναφέρεται επίσης από Φράγκους χρονογράφους ότι στην Κέρκυρα προσήλθαν κάποιοι Κρήτες υποστηρικτές του Αλέξιου και από κοινού παρεχώρησαν την Κρήτη στον Βονιφάτιο. Κάτι τέτοιο βέβαια είναι αδύνατον να έγινε (όπως υποστηρίζει ο ιστορικός Στεφ. Ξανθουδίδης). Τα γεγονότα αυτά, όπως θα δούμε παρακάτω, κατασκευάστηκαν εκ των υστέρων για να δικαιολογηθεί η παραχώρηση της Κρήτης στου Ενετούς από τον Βονιφάτιο.
Αφού, λοιπόν, ο Αλέξιος τους άνοιξε την όρεξη, οι σταυροφόροι έσπευσαν κατά της Κων/λης, την οποία και πολιόρκησαν (6 Ιουλίου 1203). Μετά από κάποιες μάχες ο Αλέξιος Γ’ αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει. Έτσι τουλάχιστον πιστεύει. Τη νύχτα της 17ης προς 18ης Ιουλίου διαφεύγει μαζί με πολλούς οπαδούς του, συναποκομίζοντας, βέβαια, και το θησαυροφυλάκιο. Πηγαίνει στη Θράκη να συνεχίσει τον αγώνα. Αμέσως οι φιλολατίνοι αντίπαλοί του αποφυλακίζουν τον τυφλό Ισαάκιο και τον στέφουν ξανά Αυτοκράτορα.
Την 1η Αυγούστου μπαίνει θριαμβευτικά στην Κων/λη και ο γιός του ο Αλέξιος, που βέβαια συνόδευε τους σταυροφόρους και στέφεται αυτοκράτορας ως Αλέξιος Δ’ στηριγμένος στις λόγχες τους.
Στο επόμενο χρονικό διάστημα μέχρι την 12η Απριλίου του 1204, οπότε η Πόλη αλώθηκε από τους Σταυροφόρους, στην επικράτεια της Αυτοκρατορίας υπάρχουν δύο αυτοκράτορες. Ο Αλέξιος Γ’ και ο Δ’ (Ο Ισαάκιος εν τω μεταξύ πέθανε).
Η Κρήτη μένει ήρεμη. Δεν τάσσεται με κανέναν από τους δύο.
Ούτε παρατηρείται κίνηση αυτονομίας, όπως έγινε τότε σε πάρα πολλές περιοχές της αυτοκρατορίας (Νίκαια, Πελοπόννησος, Ρόδος, Τραπεζούντα, Σμύρνη, περιοχή Μαιάνδρου, Αττάλεια).
Αν οι Κρήτες είχαν ζητήσει να υποταχθούν στο Βονιφάτιο θα είχαν την ευκαιρία να το πράξουν από τότε, αφού η κεντρική εξουσία της Κων/λης παρέπαιε. Αυτό και μόνο το γεγονός αποδεικνύει και το ψέμα περί Βονιφάτιου των Φράγκων χρονογράφων.
Μετά την άλωση της Πόλης οι Σταυροφόροι μοίρασαν τη λεία τους. Αναφέρεται ότι η μοιρασιά είχε γίνει από το Μάρτιο του 1204 (λίγες μέρες πριν την 12η Απριλίου).
Την Κρήτη πήρε τελικά ο Βονιφάτιος. Σύμφωνα όμως με τον ιστορικό Βασίλειο Ψιλλάκη, ο Βονιφάτιος πήρε την Κρήτη αλλά ως αρχηγός και των Γενουατών, (για λογαριασμό τους δηλαδή). Φαίνεται ότι αυτό είναι σωστό και λογικό. Ο Βονιφάτιος δεν είχε στόλο να καταλάβει το νησί, άρα δεν θα είχε λόγο να το διεκδικήσει. Άρα θα την άφηνε στους Ενετούς. Οι Γενουάτες είχαν προνόμια στην Πόλη πριν την άλωση και σίγουρα θα είχαν έλθει σε επαφή με το Βονιφάτιο από τον Αύγουστο του 1203, όταν ήταν προφανές ότι η Κων/λη παρέπαιε. Ήταν, άλλωστε έμποροι και βέβαια τους ενδιέφερε να συνεχίσουν να ευνοούνται και με τη νέα κατάσταση. Ο Βονιφάτιος θα ήταν ο μόνος σύμμαχος τους, αφού η Φλάνδρα του Βαλδουίνου ήταν μακρυά από τη Γένοβα και η Βενετία τρομερή αντίπαλός τους.
Πάντως, σχεδόν αμέσως μετά την άλωση ο Βονιφάτιος και ο Βαλδουίνος (που έγινε ο πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας) ήλθαν σε ρήξη και ξεκίνησαν εχθροπραξίες. Ο Δόγης Δανδόλος επωφελήθηκε άμεσα. Η Κρήτη τον ενδιέφερε.
Στις 12 Αυγούστου του 1204 ενώ οι συγκρούσεις με το Βαλδουίνο μαίνονται, ο Βονιφάτιος υπογράφει με τους απεσταλμένους του Δόγη σε στρατόπεδο έξω από την Ανδριανούπολη μυστική συνθήκη. Είναι η λεγόμενη «εκχώρησις της Κρήτης».
Ο Βονιφάτιος έλαβε ένα ασήμαντο ποσό (1000 αργυρά μάρκα). Αλλά, το κυριότερο, την πλήρη στήριξη της Βενετίας στη διαμάχη του με το Βαλδουίνο.
Χάρη σε αυτή στη στήριξη ο Βαλδουίνος υποχρεώθηκε να εκχωρήσει στο Βονιφάτιο τις περιοχές που ζητούσε (τότε ιδρύθηκε το βασίλειο της Θεσσαλονίκης)
Δεν πουλήθηκε, λοιπόν, απλά η Κρήτη, όπως υπερτονίζουν πολλοί ιστορικοί.
Το χρηματικό ποσόν ήταν τρόπον τινά ένα πρόσχημα, μια δήθεν αγοραπωλησία που εξυπηρετούσε και τους Βενετούς και το Βονιφάτιο.
Αξιοσημείωτο είναι ότι στη συνθήκη αναφέρεται ότι η Κρήτη δόθηκε ως προίκα από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιο στον πατέρα του Βονιφάτιου(πέρα για πέρα ψέμα).
Εδώ βλέπουμε ότι βολεύεται ο Βονιφάτιος απέναντι στους Γενουάτες. (Η Κρήτη ήταν δική μου πριν. Άρα δεν αποτελεί μέρος της λείας). Βολεύονται, όμως, και οι Βενετοί, οι οποίοι είναι «κύριοι». Τηρούν τη συμφωνία της διανομής του Μαρτίου. Έχουν πάρει περίπου τα 3/8 της αυτοκρατορίας.
Μα η Κρήτη;
-Α, η Κρήτη είπαμε ήταν του Βονιφάτιου. Έτσι δένει η περίφημη μηχανορραφία του Δάνδολου, που πέθανε λίγο μετά τη συμφωνία. Τώρα πλέον οι Βενετοί πρέπει να καταλάβουν και τα εδάφη που πήραν. Η Κρήτη είναι το νοτιότερο μέρος. Άρα προηγούνται άλλες περιοχές.
Οι Γενουάτες όμως δεν μένουν άπρακτοι. Ο Ερρίκος Πεσκατόρε, Γενουάτης τυχοδιώκτης και πειρατής, που αποκαλούνταν και κόμης της Μάλτας, επιτίθεται το 1206 και καταλαμβάνει αιφνιδιαστικά τον Χάνδακα που ήταν ανοχύρωτος. Σημαντική βοήθεια προσέφεραν στον Πεσκατόρε οι Γενουάτες που κατοικούσαν στην Κρήτη, οι οποίοι έδρασαν ως η πέμπτη φάλαγγα. Ο Πεσκατόρε προχώρησε στο εσωτερικό του νησιού κι έκτισε 14 ή 15 φρούρια (καστέλλια) Οι Βενετοί βέβαια δεν μένουν με σταυρωμένα χέρια. Ξεκινά ένας πόλεμος Βενετίας-Γένοβας. Έπαθλο η Κρήτη.
Το φθινόπωρο του 1206 στόλος από 30 γαλέρες ξεκινά από τη Βενετία. Επικεφαλής είναι ένας ικανότατος αρχηγός, ο Ρενιέρος Δάνδολος (γιός του δόγη).
Η πρώτη σύγκρουση με τους Γενουάτες γίνεται στην Κέρκυρα, την οποία υπερασπίζεται ένας άλλος Γενουάτης πειρατής, ο Λέων Βετράνος.
Οι Βενετοί νικούν και κυριεύουν την Κέρκυρα. Κατόπιν πλέουν στην Κρήτη. Στον κόλπο του Μιραμπέλλου νικούν σε ναυμαχία τους Γενουάτες και ναυλοχούν εκεί.
Ο χειμώνας, όμως, είναι μπροστά. Ενισχύσεις δεν υπάρχουν. Έτσι ο Δάνδολος φρόνιμα σκεπτόμενος επιστρέφει στη Βενετία.
Την άνοιξη του επόμενου έτους (1207) ξεκινά πάλι με μεγαλύτερες δυνάμεις.
Ο Βετράνος καραδοκεί. Είναι ικανός ναύτης. Πιστεύει ότι θα τα καταφέρει, αν τους αντιμετωπίσει στη θάλασσα. Σε ναυμαχία που ακολουθεί, όμως, οι Βενετοί νικούν «κατά κράτος» τους Γενουάτες. Ο Βετράνος συλλαμβάνεται. Το μένος των Ενετών είναι τέτοιο εις βάρος του, ώστε τον ανασκολοπίζουν, προς γνώση και συμμόρφωση των αντιπάλων τους. Κατόπιν οι Βενετοί κυριεύουν τα φρούρια Μεθώνης και Κορώνης, που είχαν λάβει μέρος στη διαμάχη του Μαρτίου του 1204.
Ο δρόμος για την Κρήτη είναι πια ανοιχτός. Ο Δάνδολος πλέει αμέσως στον Χάνδακα, τον οποίο και καταλαμβάνει. Ο Πεσκατόρε είναι σκληρό καρύδι, Υποχωρεί στο εσωτερικό του νησιού. Επί δύο έτη συνάπτονται φονικότατες συγκρούσεις μεταξύ Βενετών και Γενοβέζων.
Ο Δάνδολος καταλαμβάνει ένα – ένα τα κάστρα που έκτισε ο Πεσκατόρε. Το αξιοσημείωτο είναι ότι δεν τα καταστρέφουν. Προτείνει στο συμβούλιο των Δέκα να αναλάβει ο ίδιος τη συντήρησή τους, αν οι ίδιοι αδυνατούν οικονομικά.Η Βενετία τελικά συμφώνησε μαζί του αναλαμβάνοντας η ίδια το κόστος. Γιατί άραγε αυτή η επιμονή;
Όπως εξηγούσε ο Δάνδολος, που ήταν και ικανότατος πολιτικός, η νίκη των Ενετών είναι βέβαιη. Τα κάστρα, όμως, τα ήθελε για να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι μετέπειτα εξεγέρσεις των Κρητικών, οι οποίοι μέχρι τότε είχαν μείνει ουδέτεροι. Έτσι τα φρούρια διατηρήθηκαν και από τους Ενετούς και κάποια από αυτά έδωσαν και το όνομά τους στις περιοχές που κτίστηκαν. Μιραμπέλλο (κάστρο Μιραμπέλλο) Μονοφάτσι (Μπονιφάτσιο) κ.λ.π.
Ο Δάνδολος δεν έζησε για να δει τη νίκη της Βενετίας. Συνελήφθη ύστερα από μία συμπλοκή από τους Γενουάτες (πιθανόν σε ενέδρα). Ο Βενετσιάνος ηγέτης δεν θέλει να γίνει λάφυρο του Πεσκατόρε. Αυτοκτονεί αρνούμενος να δεχθεί τροφή.
Τελικά, το 1210, ο Πεσκατόρε συνθηκολογεί και φεύγει, αφού έλαβε και ένα σημαντικό χρηματικό ποσό. Στο τέλος του 1210 φθάνει στην Κρήτη ο πρώτος Βενετός Δούκας, ο Ιάκωβος Τιέπολο.
Οι Βενετοί δίνουν μεγάλη σημασία στο νησί, για τον λόγο αυτό θα εφαρμόσουν σε όλα τα επόμενα χρόνια συστηματικό εποικισμό.
Ο αριθμός των Βενετών αποίκων της Κρήτης από το 1211 έως το 1310 υπολογίζεται σε 10.000. Η Βενετία το 1252 έχει πληθυσμό 60.000.
Σε όλο αυτό ο διάστημα της διαμάχης Ενετών-Γενουατών ο πληθυσμός του νησιού έμεινε ουδέτερος και μόνο όσοι εξαναγκάζοντο, ελάμβαναν χλιαρά το μέρος της μιας ή της άλλης πλευράς.
Τόσο ο Στέφανος Ξανθουδίδης όσο και ο Βασίλειος Ψιλλάκης αποδίδουν τη στάση των Κρητικών στα βαρύτατο κλονισμό που υπέστησαν από την άλωση της Πόλης. Ο Ψιλλάκης επικαλείται και την περίφημη ρήση του Θουκυδίδη: «Δουλοί φρόνημα το αιφνίδιον και απροδόκητον και τω πλείστω παραλόγω συμβαίνον»2*. Αμέσως μετά την άφιξη του Ενετού Δούκα το 1211 ξεκίνησαν οι κρητικές επαναστάσεις. Ο Δάνδολος δικαιώθηκε απόλυτα.
Ο στόχος των Κρητών δεν ήταν μόνο η αποτίναξη του ξένου ζυγού. Συνδυαζόταν πάντοτε με το «εθνικό κέντρο». Για το λόγο αυτό βρισκόταν σε επαφή με τους αυτοκράτορες της Νίκαιας και της Κων/λης, όταν αυτή ανακτήθηκε από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Κρήτες ήταν οι μόνοι Έλληνες που προσέτρεξαν σε βοήθεια της Βασιλεύουσας κατά την πολιορκία της από τους Τούρκους το 1453.
Ακόμη, ας θυμηθούμε ότι το πρώτο κίνημα επανασύστασης της Αυτοκρατορίας έγινε το επόμενο έτος 1454 στην Κρήτη. Ήταν η περίφημη συνωμοσία του Σήφη Βλαστού που παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό.
Σε όλη τη διάρκεια της Ενετικής κατοχής ως το 1669 καταμετρώνται 27 επαναστάσεις και πάρα πολλές ανταρσίες, στάσεις, αποστασίες, κινήματα.
Ουσιαστικά η επαναστατική φλόγα που άναψε μετά τη Βενετική κατάκτηση δεν έσβησε ποτέ.
Συνεχίστηκε στην Τουρκοκρατία, στην επανάσταση του 1821 και σε όλη την επόμενη περίοδο με τις διαδοχικές επαναστάσεις που είχαν αίτημα την ένωση με την Ελλάδα.
Οι Κρητικοί προσέτρεξαν πρώτοι στο Μακεδονικό αγώνα, στους πολέμους 1912-1913, στο Βορειοηπειρωτικό Αγώνα του 1914, στην Εθνική επανάσταση της Εθνικής άμυνας του 1916, στη Μικρά Ασία, στη Μάχη της Κρήτης το 1941 και στην αντίσταση κατά των Γερμανών.
Η Βενετική κατάκτηση ανέδειξε τους Κρητικούς ως τους καλύτερους στρατιώτες του Ελληνισμού.
Γ. Καρτσώνης
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Α. Η «ΟΜΟΝΟΙΑ» είναι φορέας αυτή της παράδοσης. Είναι άξιο προσοχής ότι ένα τοπικό σωματείο έθετε από την αρχή της ίδρυσής του ως το πρώτο μέλημα τους εθνικούς αγώνες. Πρώτα κοιτούσε τον ελληνισμό και δια μέσου αυτού την Κρήτη.
Β. 1* Άσχετος νεαρός χωρίς συγκροτημένη σκέψη
2* Το αιφνίδιο και ανέλπιστο και κατά το πλείστον παράλογο γεγονός υποδουλώνει το φρόνημα
Γ. Για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου κύρια πηγή ήταν τα συγγράμματα δύο επιφανών Κρητών ιστορικών. Του Στέφανου Ξανθουδίδη (1864-1928) «Η Ενετοκρατία εν Κρήτη και οι κατά των Ενετών αγώνες των Κρητών» και του Βασιλείου Ψιλάκη (1829-1918) η «Ιστορία της Κρήτης».