Η Μονή Αγίου Αντωνίου Άρβης (Δήμος Βιάννου) είναι καρφωμένη στην πλαγιά του βουνού και δίπλα στην έξοδο του φαραγγιού της Άρβης σε μια τοποθεσία με πανοραμική θέα προς τη θάλασσα.
Επιμέλεια κειμένου : Βασιλική Παπουτσάκη
φωτογραφίες: foto.kik
Η μαύρη σελίδα της Μονής ..
Πριν τα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούν στο Ναό του Αγίου Αντωνίου και τα κελιά υπάρχει ο παλαιός Βυζαντινός ναός του Αγίου Αντωνίου.
Σ΄ αυτόν τον παλιό ναό γράφτηκε ακόμα μια μαύρη σελίδα το 1943.
Ανήμερα του Σταυρού, 14 του Σεπτέμβρη, οι Γερμανοί κατακτητές, , χωρίς αιτία , αφαίρεσαν τη ζωή από το Μοναχό Κύριλλο Συναδινάκη (κατά κόσμο Κωνσταντίνο από το Αμαριανό Πεδιάδος) και από ένα λαϊκό , εργάτη της Μονής, το Μανόλη Παξιμαδάκη (με καταγωγή από τα Καστελλιανά αλλά έμενε αφού παντρεύτηκε στον Άγιο Βασίλειο Βιάννου)
Στη συνέχεια οι « πολιτισμένοι Γερμανοί», λεηλάτησαν το μοναστήρι, έκαψαν τις εικόνες , σύλησαν τα ιερά σκεύη και έβαλαν φωτιά στα κελιά των Μοναχών.
Ο Μοναχός Κύριλλος Συναδινάκης, είναι θαμμένος πίσω από το ιερό του παλαιού ναού από το συγχωριανό του χωροφύλακα (υπηρετούσε στη Βιάννο) Δετοράκη Μιχάλη.
Πιστεύεται ότι η Μονή αρχικά χτίστηκε (το 1880 από τον μοναχό Αρτέμιο Νοδαράκη) πάνω στα ερείπια του Ναού του Αρβίου Δία, αλλά αργότερα μεταφέρθηκε στη σημερινή της θέση λόγω των ελών που υπήρχαν εκεί.
«…η Μονή αύτη κατά τον χρόνον της κατοχής υπήρξε το κρησφύγετο των καταδιωκομένων υπό των γεραμοϊταλών και ο τόπος συγκεντρώσεως όλων των επιτροπών της επαρχίας Βιάννου, προς λήψιν διαφόρων αποφάσεων. Το τοιούτο αντελήφθησαν οι Ιταλοί δι ο και ήρχοντο συχνότατα κατά πεντηκοντάδας και εκατοντάδας, περικύκλωνον την Μονήν και ηπείλουν τους Μοναχούς, ότι θα τους ετυφέκιζον, εάν δεν κατέδιδον τους προστατευομένους των επαναστάτας και Άγγλους, και εις το τέλος απήρχοντο, αποκομίζοντες ικανάς ποσότητας από την κινητήν περιουσίαν της Μονής, ουχί σπανίως ρίπτοντες και χειροβομβίδας τινάς εντός αυτής προς εκφοβισμόν των εν αυτή.
Βραδύτερον μάλιστα εφόνευσαν και τον Ιερομόναχον Κύριλλον Συναδινάκην εξ Αμαριανού Πεδιάδος, ως και τον εργάτην της Μονής Παξιμαδάκην εξ Αγίου Βασιλείου Βιάννου.
Οι διαδεχθέντες δε κατόπιν τους Ιταλούς τούτους Γερμανοί απεδείχθησαν φυσικώ τω λόγω χειρότεροι. Πολλάκις δε ετέθησαν τα πιστόλια αυτών εις τους κροτάφους των Μοναχών δια να υποδείξουν τα λημέρια των επαναστατών, και όμως ουδέποτε ούτοι εδείλιασαν, αλλά πάντοτε εξεπλήρωνον ευόρκως και ανδροπρεπώς τα προς την πατρίδα των καθήκοντα…»
(Στέφανου Μυλωνάκη, Ο Επίσκοπος Κυδωνίας και Αποκορώνου Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης, Χανιά 1948, σελ. 472)
.