Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνεις αν ταξιδεύεις απευθείας για την Γαύδο είναι να προετοιμάσεις τον εαυτό σου για έναν μικρό μαραθώνιο. Καράβι για Σούδα ή αεροπλάνο για Χανιά, ΚΤΕΛ για Παλαιοχώρα (περίπου 2 ώρες) και από εκεί καράβι για την Γαύδο (σχεδόν 3 ώρες). Με την πρώτη όμως θέαση του λιμανιού αρχίζεις και καταλαβαίνεις ότι η αποζημίωση πλησιάζει.
Το νοτιότερο νησάκι της Ε.Ε. (προ ένταξης Κύπρου) είναι ένα από ομορφότερα ελληνικά νησιά. Απέχει 22 ναυτικά μίλια από τα Σφακιά και την Νότια Κρήτη (φαίνονται από το νησί) και 170 ναυτικά μίλια από το Τομπρούκ της Λιβύης. Η Γαύδος, των 30.000 συνολικά στρεμμάτων έχει τριγωνικό σχήμα και συσσωρευμένη ομορφιά: Τοπίου, παραλιών και κυρίως ανθρώπων.
Το νησί ενδείκνυται για ελεύθερο κάμπινγκ και μάλιστα από πολλές απόψεις: Κέδροι για σκιά, «ελευθεριακή» κουλτούρα χρόνων, απομονωμένες παραλίες. Η πρώτη παραλία που γνώρισε τουριστική ανάπτυξη είναι αυτή του Σαρακίνικου όπου έχουν αναπτυχθεί τουριστικές υποδομές (ταβερνάκια, μπακάλικα, δωμάτια). Η παραλία βγάζει και εξαιρετικό κύμα για όσους τυγχάνει να έχουν μαζί τους την σανίδα του surf τους.
Η πιο «φάση» της Γαύδου στήνεται στην παραλία του Αγίου Ιωάννη. Ο δρόμος σταματάει περίπου 1,5 χιλιόμετρο πριν από την παραλία όπου υπάρχουν δύο ταβέρνες/καφετέριες/μπαράκια. Από εκεί ξεκινάει το μονοπάτι για την παραλία, ανάμεσα σε αμμόλοφους και Κέδρους, με τις σκηνές να κάνουν την εμφάνισή τους κάτω από τις σκιές που σε αφήνουν να κοιμηθείς μέχρι αργά ακόμα και αν το προηγούμενο βράδυ είχε πάρτι. Η παραλία είναι πραγματικά υπέροχη. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι το Discovery Channel την έχει ψηφίσει στο παρελθόν ως την 2η καλύτερη παραλία στο κόσμο, μετά την Χαβάη.
Στην συνέχεια του Άγιου Ιωάννη υπάρχουν στην σειρά πολλές φανταστικές παραλίες, αρκετά πιο απομακρυσμένες και έτσι όσο προχωράς οι σκηνές «μειώνονται». Στο τέλος υπάρχει η Βόρεια παραλία του Ποταμού, ένα πραγματικό αξιοθέατο του νησιού (Πολλοί την επισκέπτονται περπατώντας το μονοπάτι Βουτσιανά – Ποταμός). Το ανάγλυφο εδώ είναι σαφώς πιο «άγριο» και οι μόνιμες σκηνές λιγότερες με τους διαμένοντες να είναι πραγματικά σε «survivor mode» καθώς το κοντινότερο σημείο ανεφοδιασμού απέχει το λιγότερο μια ώρα. Μια φορά όμως να κοιτάξεις τον ουρανό το βράδυ από τον Ποταμό σε πείθει να μείνεις για όσο πάει.
Μια άλλη παραλία είναι αυτή του Κόρφου. Θυμίζει πιο πολύ παραλία της νότιας Κρήτης. Ένας μικρός γαλαζοπράσινος κολπίσκος με ταβερνάκια και ενοικιαζόμενα δωμάτια για όσους δεν έχουν ακόμα ανακαλύψει την χλιδή της σκηνής. Φυσικά η περιοχή έχει και πολύ καλές καβάτζες σκιάς για σκηνές, αιώρες και τούφες περιοπής. Λίγο πιο πάνω στην ανηφόρα υπάρχει Το Πανόραμα (όνομα και πράγμα) και ο ιδιοκτήτης του Γιώργος είναι ο ίδιος ψαράς και ένας από τους τελευταίους μόνιμους στο νησί. Γενικά το νησί, όπως δηλαδή και σε όλη την Κρήτη έχει υψηλού επιπέδου φαγητό (ψάρι και κρέας) και πολύ υψηλού επιπέδου παγωτό με το φρέσκο κατσικίσιο γάλα να είναι το μυστικό του.
Από τον Κόρφο βρίσκει κανείς το μονοπάτι για την Τρυπητή. Θεωρείται η πιο εύκολη από τις πεζοπορίες με το μονοπάτι να είναι καλοδιατηρημένο (4,5 χιλιόμετρα) και την διαδρομή προς το άλλοτε νοτιότερο άκρο της Ευρώπης εξαίσια. Η δε θάλασσα της Τρυπητής είναι μακράν από τις καλύτερες του νησιού. Εδώ που τα λέμε άσχημη θάλασσα στην Γαύδο δεν γίνεται να βρεις.
Τέλος, ένα από τα επίσης must της Γαύδου είναι το ηλιοβασίλεμα από τον Φάρο. Ο δήμος έχει βάλει σεζλόνγκ και ο κόσμος αράζει αναπαυτικά και απολαμβάνει τον κατακόκκινο ζωοδότη να βουτάει στο Λυβικό και όσοι έχουν όρεξη περιμένουν να χάθει και το τελευταίο ίχνος φωτός και να απολαύσουν στην συνέχεια έναν έναστρο ουρανό από αυτούς που δεν βρίσκεις στις πόλεις ή στα δημοφιλή τουριστικά θέρετρα.
Γενικά η Γαύδος σε κάνει να αναθεωρήσεις την αίσθηση των καλοκαιρινών διακοπών. Μπορεί να έχει φαινομενικές ελλείψεις σε πράγματα στα οποία έχεις συνηθίσει (ξαπλώστρες, ATM και τηλεόραση) όμως σου προσφέρει απλόχερα την γείωση του ανθρώπου με την φύση και την πραγματική ομορφιά του θέρους. Εξαιρετικός ύπνος, ποιοτικό φαγητό, καθαρές θάλασσες και όμορφοι άνθρωποι. Θα αναρωτηθείς αν η Καλυψώ όντως αιχμαλώτησε τον Οδυσσέα ή αν εκείνος μαγεύτηκε από την ομορφιά της Ωγυγίας (δηλαδή της Γαύδου) και δεν έλεγε να φύγει.